Tuesday, May 29, 2007

Μ PΟST






ΑΠΟ ΤΟΝ ΡΩΜΑΙΟ ΚΑΙ ΙΟΥΛΙΕΤΑ




Ρωμαίος:


Στην μακρινή την Μάντουα με στέλνουν εξορία


να ζω ωσάν κατάδικος με άγρια θηρία.


Σκορπιοί και φίδια, ύαιναι κυκλοφορούν στα δάση


εκεί που με σκληρότητα μ' έχουν καταδικάσει


κι αν μάθης πως με δάγκωσαν ένα ζευγάρι ύαιναι


εσύ να είσαι υγιής και προπαντώς υγίαινε.


Ιουλιέτα:


Εγώ πιστή θα 'μαι σ' εσέ, ενόρκως σου δηλώνω


δεν συνηθίζω εύκολα με άνδρες να ξαπλώνω.


Δεν μοιάζω την Νταιάνα εγώ του Πρίγκηπος Καρόλου


που φεύγει απ' τ' ανάκτορα χωρίς ντροπή καθόλου


κι αδιαφορών δια πεθερά και πεθερό Μονάρχη


πηγαίνει και κυλίεται με κάποιον Ταγματάρχη,


κι αφού βγάζη τα μάτια της, στ' ανάκτορο γυρνάει


την ώραν που στο Μπάκιγχαμ σερβίρεται το τσάι.


Ρωμαίος:


Δεν φταίει αυτή. Φταίν' οι φρουροί με τα ψηλά καπέλα


που δεν της λεν': Που πας μωρή, αδιάντροπη κοπέλα,


που ο νους σου είναι εις το σεξ και χάμω να ξαπλώνης


και ξεύρεις μόνον υψηλά τα πόδια να σηκώνης.


Δεν σκέφτεσαι τα έξοδα κι ότι τα ραντεβού σου


βγαίνουν απ' το υστέρημα του δύστυχου λαού σου


κι ότι κάθε μια σταγών που εσύ καταναλώνεις


πληρώνει εργαζόμενος όταν εσύ ξαπλώνεις. . . .


Ρωμαίος


(στο β΄ μέρος, γέρος πια)


Τα δυό μου μάτια δυστυχώς με καταρράκτη πάσχουν


γι' αυτό και πληροφόρησιν καλήν δεν θα παράσχουν


επίσης έχω πλην αυτών και μια πρεσβυωπία


και δεν διακρίνω μακρινά και κοντινά τοπία






Η ΡΟΜΒΙΑ




Η ρομβία αφιχθέντος και σταθέντος στη γωνιά


μελωδίας μας παράγει ευφρανθείς η γειτονιά


βγαίνει πρώτον ο μπακάλης και μετά ο γαλατάς


πλην αργείς εξερχομένη και πολύ το μελετάς




Χαίρε λυπηρά ρομβία,


δυστυχής είμαι φευγών


και αναχωρών ενβ ία


τη νεάνις μην ιδών.




Την επαύριον ημέραν στην γωνίαν μου σταθείς


καταπλεύσας η ρομβία ήτο πάλιν αφιχθείς


αηδόνες είναι ψάλλων, παραδείσια πουλιά


πτερουγίζουν καρδερίνε στα ξανθά της τα μαλιά




Χαίρε εύθυμος ρομβία


η νεάνις κατελθών


δήθεν πήγε διά κομβία


και εθεάθη εξελθών


ΧΑΡΑΜΑΤΑ
('Ενας Μποστ αλιώτικος, σε μουσική
Γ. Μαρκόπουλου με τον Γ. Πουλόπουλο)




Πέρα απ'τα βουνά, υπάρχει ένας λαός


Χαράματα - χαράματα, σε γνώρισα


κι ήρθαν και με ρώτησαν


ποιοςθα μας κρατήσει συντροφιά




Πέρα απ' την σιωπή, υπάρχει μια φωνή


μεσανυχτα - μεσάνυχτα σ' αρνήθηκα


κι ήρθαν και με φώναξαν


ποιος θα μας ανάψει την φωτιά
Μαζί με τον κ. Μέντη η Αλεσάντρα Αμπρόζιο

2 comments:

LOCUS SOLUS said...

Επιτέλους! Πολύ καλύτερη η εικόνα τώρα. Μας έβγαιναν τα μάτια κάθε φορά . Good morning!

Τίποτα said...

(Β' μέρος-Ιουλιέτα)

Ήμουν πολύ προσεκτική πάντα με τα κιλά μου
φροντίζοντας και με βαφές να βάφω τα μαλλιά μου
και πρόσεχα το βάρος μου πολύ προσεκτικά
κι απέφευγα ζυμαρικά και διάφορα γλυκά
και έκανα και εντριβές πάντα με φιλαρέσκεια
κι έβαζα κρέμες αρκετές για επιδερμίδα φρέσκια
ώστε μια μέρα καθ' οδόν εάν με συναντούσες
με θαυμασμόν ιστορικόν να με παρατηρούσες.

Λατρεμένος Μποστ:)