ΠΡΟΦΑΣΗ ΜΕΛΑΓΧΟΛΙΑΣ
[III]
Απόψε, που έρμη νιώθω την καρδιά,
[III]
Απόψε, που έρμη νιώθω την καρδιά,
στον κήπο μου έχω πάει να σε συντύχω.
Έχω αφανίσει τη ζωή, για να 'ρθεις
σε μύρο ανθιών ή σε αρμονίας ήχο.
Των ταφλανιών τα φύλλα εμούσκεψε
μια μνημοσυνική ψιχάλα.
Σιμοτινό τα φέρνει αποχαιρέτισμα
ο σπαραγμός που εκρέμασεν η στάλα.
Γυρίζω εδώ που τόσο σε ονειρεύτηκα
να βρω κάτι δικό σου.
Σωριάζει θλίψη κάθε φούντωμα.
Ως ίσκιος στ' όνειρό μου απλώσου.
Τα μάτια σου απ' το όνειρα βαρίσκιωτα
μες στην ψυχή μου κλαίνε. Λιώνω.
Το δειλινό, φεύγοντας με ίσκιους μακροτάξιδους,
πίνει του ξενιτέματος τον πόνο.
Για να χινοπωριάσω τα δεντρά
σκορπίζω την ψυχή μου για όνειρά των,
τώρα, βαρύπνοη που επίκρανε η ενθύμηση,
σα φάντασμα παλαιών ηλιογερμάτων.
[VI]
Όλο και βρέχει απαρηγόρητα.
Της ώρας το φευγιό τι θλίψη πόχει!
Του χινοπώρου το φιλέρημο στοιχειό
σκορπά τη μοναξιά σε κάθε κόχη.
Γιόμισ' η αυλή μου απουσία και χορτάριασε.
Θλίβουνται τα νερά με άμοιρες μνήμες.
Στους δρόμους σέρνεται η παράμερη ζωή,
που αράχνιαζε σ' έρημες ρίμες.
Τραβιέμαι στα όνειρά μου τ' απαράμοιαστα.
Κι εφταδιπλώνω την ψυχή μου στα όνειρά της:
στην αγκαλιά της μοναξιάς μου γέρνοντας,
μεθώντας με ίσκιους μιας ζωής φευγάτης.
2 comments:
Τα σέβη μου. Χειμωνιάτικο μπλουζάκι φοράει η Βερόνικα ή κάνω λάθος;
Ξανάβγες, αι;
Post a Comment